«Ο Πανιώνιος όπως τον έζησα» Από τις πιο γνώριμες φυσιογνωμίες στους φιλάθλους του Πανιωνίου και πασίγνωστος με το παρατσούκλι «ταρίφας...
«Ο Πανιώνιος όπως τον έζησα»
Από τις πιο γνώριμες φυσιογνωμίες στους φιλάθλους του Πανιωνίου και πασίγνωστος με το παρατσούκλι «ταρίφας», λόγω του επαγγέλματος του, ο Κώστας Γκλιάτης, είχε ταυτίσει την καθημερινότητα του, με τον σύλλογο, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Κι αν τα χρόνια πέρασαν και έχει απομακρυνθεί από το γήπεδο, οι αναμνήσεις του από όσα και όσους έζησε στον Ιστορικό, παραμένουν αναλλοίωτες, αλλά και αρκετές είναι στενάχωρες για αυτούς που έφυγαν από την ζωή.
«Ήταν άλλες εποχές και δεν θέλω να κάνω συγκρίσεις. Μεγάλο μεράκι για να συνεχίζει ο Πανιώνιος την μεγάλη ιστορία του. Πολλές φιλίες μέσα από τον Πανιώνιο» λέει ο Κώστας και εύχεται να δει ένα ακόμα Κύπελλο…
Στοίχημα δέκα χιλιάδες δραχμές και πέντε μπύρες
Ήταν ο φίλαθλος που έβαλε το πρώτο «μικρόβιο» του Πανιωνίου στον πρώην πρόεδρο, Γεράσιμο Βεντούρη να συναντηθεί τότε με τον Ανδρέα Βαρίκα και τον Παύλο Κορκίδη, ώστε να ασχοληθεί με την διοίκηση του ερασιτέχνη.
«O Βεντούρης είχε τα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρίας του στο ίδιο κτίριο που εγώ εργαζόμουν στο πάρκινγκ. Στο λιμάνι του Πειραιά. Βλεπόμασταν κάθε μέρα, πρωί και μεσημέρι. Στο ίδιο κτίριο ήταν και τα γραφεία της εταιρίας του Σταύρου Νταϊφά. Όταν πήραμε τον Φάνη, είχαμε τον Ολυμπιακό για…πλάκα. Ο Νταϊφάς δεν παρακολουθούσε μπάσκετ, είχε… μείνει στην εποχή του Γιατζόγλου και του Καστρινάκη, αλλά άκουγε που με πείραζαν άλλοι φίλαθλοι του Ολυμπιακού και μια μέρα, παραμονές αγώνα Ολυμπιακού-Πανιωνίου, με προκάλεσε: Κώστα, να βάλουμε στοίχημα για το παιχνίδι και εγώ θα χάσω δέκα χιλιάδες δραχμές και εσύ πέντε μπύρες. Εντάξει κύριε Σταύρο, αλλά να ξέρετε ότι θα πληρώσετε. Την ώρα που «μπήκε» στο στοίχημα, εμφανίστηκε ο Βεντούρης και άκουσε τον διάλογο.
Ο Πανιώνιος νίκησε στο Παπαστράτειο και εύκολα και την επόμενη Δευτέρα με βλέπει ο Νταϊφάς και μου λέει: Κώστα, είχες δίκιο. Πάρε το δεκαχίλιαρο και δεν ξαναβάζω στοίχημα για μπάσκετ! Το «άστρο» του Φάνη είχε λάμψει πριν από την Εθνική του ’87. Και την επόμενη ημέρα, έρχεται ο Βεντούρης και μου «ανοίγει» συζήτηση.
Ξέρεις Κώστα, ήμουν παλιός αθλητής του Πανιωνίου. Έχει μεγαλείο και ιστορία αυτός ο σύλλογος. Αυτός ο Χριστοδούλου είναι πολύ καλός παίκτης;
«Παιχτούρα που θα αφήσει εποχή» του απάντησα και κατάλαβα ότι τον ενδιέφερε να μπει στην διοίκηση του ερασιτέχνη, τότε. Το είπα στον Βαρίκα και στον Κορκίδη και μας κάλεσε στο σπίτι του στην Εκάλη για να προχωρήσει το «συνοικέσιο»!
Του είχαμε πει και οι τρείς, τότε: Γεράσιμε, την ταμειακή ρευστότητα σου χρειάζεται ο Πανιώνιος. Δεν χρειάζεται να «ματώσεις» οικονομικά. Ο Βεντούρης, όλα αυτά τα χρόνια που ήταν πρόεδρος, έβαλε εκατό εκατομμύρια δραχμές. Και δεν ζήτησε να πάρει πίσω ούτε ένα σέντ, μια δραχμή. Ακόμα κι όταν η ΠΑΕ είχε υπαχθεί στον Δήμο, με δήμαρχο τον Μπεχλιβανίδη, χρειαζόντουσαν 25 εκ. δραχμές, ως ρήτρα συμμετοχής στο πρωτάθλημα και τα είχε δώσει ο Γεράσιμος. Δεν ξέρω αν και αυτά τα χρήματα τα πήρε ποτέ πίσω».
«Όσκαρ» πρώτου ανδρικού ρόλου
Ο «ταρίφας» δεν είχε καμία σχέση με την υποκριτική, αλλά μια φορά, έκανε τον ηθοποιό και είχε σε ρόλο… συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Παπουτσάκη. Απολαυστική αφήγηση.
«Εκείνες τις εποχές, όσοι φίλαθλοι, όπως ο συγχωρεμένος ο Γιώργος Κάβουρας και αρκετοί άλλοι, μετά τις δουλειές του, περνούσαν κάθε μέρα από τα γραφεία του συλλόγου. Μιλούσαμε με την συγχωρεμένη την Ελένη Παυλάκου για όλα τα θέματα και τις δυσκολίες που υπήρχαν. Βοηθούσαμε, όπως και όσο μπορούσαμε. Ένα βράδυ, ήμασταν οι δυο μας και πίναμε ουίσκι με την Ελένη. Τι άλλο να πιεί η Ελενάρα; Κώστα, πρέπει να πληρωθούν στην ομάδα και δεν έχουμε λεφτά. Έχουμε δυο επιταγές, όμως από τον διαφημιστή που είναι 12 εκ. δραχμές, ύστερα από έναν χρόνο. Ποιος θα τις πάρει για να μας δώσει τα χρήματα, τώρα;
Της λέω: Θα πάω εγώ στον Κώστα Γαλλή που είχε τότε το κατάστημα φωτιστικών μαζί με τον αδελφό του, Φάνη, στην 3η Σεπτεμβρίου.
Δεν ήθελα να πάω μόνος και πήρα τον Παπουτσάκη. Στην διαδρομή έγινε ο εξής διάλογος:
-Γιώργο, ξέρεις να βουρκώνεις προσποιητά;
--Τι εννοείς, ρε Κώστα;
--Αν με δεις να συγκινούμαι, μπορεί να πιέσεις τον εαυτό σου να κάνει το ίδιο;
--Θα προσπαθήσω Κώστα. Να πάρουμε μαντήλια απ’ ένα περίπτερο!!
--Γιώργο, αν ήμουν γυναίκα θα φορούσα και μαύρη μαντίλα στο κεφάλι!!
Φτάσαμε και στο ισόγειο ήταν κατά σύμπτωση ο Φάνης Γαλλής. Μας ρώτησε τον λόγο της επίσκεψης και είπαμε ότι θέλαμε να δούμε τον Κώστα, μόνο του.
Λέω στον Κώστα: Χρειάζονται 12 εκ. άμεσα για να κλείσει η χρονιά. Για σένα είναι… ψιλά.
Ο Γαλλής ήθελε να βοηθήσει, αλλά δεν το αποφάσιζε. Και κάποια στιγμή, του λέω με βουρκωμένα μάτια: Θα χάσουμε τον Φάνη για πέντε εκ., Κώστα, γιατί θα αποκτήσει δικαίωμα προσφυγής.
Βλέπω τον Παπουτσάκη, δακρυσμένο και μας λέει ο συγχωρεμένος ο Κώστας: Θα τα δώσω εγώ. Πείτε στην Ελένη να μου τηλεφωνήσει.
Τον φιλήσαμε και φύγαμε. Γυρνάμε στο γραφείο και λέει ο Παπουτσάκης στην Παυλάκου: Ρε Ελένη, τέτοιος ηθοποιός σαν τον Κώστα, ούτε ο Ρομπέρτο Ντε Νίρο στον «Ταξιτζή»! Από τα γέλια που κάναμε, ξύπνησε ο Πανουργιάς που είχε αποκοιμηθεί σε διπλανό γραφειάκι!! Η δουλειά, πάντως, έγινε και έτσι λειτουργούσαμε όλοι οι Πανιώνιοι. Με συναίσθημα. Και αυτοί που είχαν πορτοφόλι και αυτοί που δεν είχαν…».
«Αν τα πάρω τα χρήματα, θα χάσουμε»
Για τον Φάνη Χριστοδούλου, ο Κώστας έχει να πει πολλές ιστορίες καθημερινότητας. Για φαγητά που έκαναν μαζί με την παρέα των «χοντρών» στου Βαλέσα κι αλλού, για μπάνια στην Βάρκιζα, για την πατρική φροντίδα του Ανδρέα Βαρίκα και πολλά άλλα.
«Για τον Φάνη, ως παίκτη, δεν θα πω τίποτα. Μόνο ότι έπαιξε μπάσκετ μπροστά από την εποχή του και γι’ αυτόν τον λόγο ακόμα είναι σημείο αναφοράς. Τον βλέπαμε στην προπόνηση και λέγαμε να είχαμε άλλα τέσσερα μάτια να τον απολαμβάνουμε. Για εμένα, έχει την πρώτη θέση στον «γαλαξία» των μεγαλύτερων παικτών του Πανιωνίου, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ, όλων των εποχών. Γιατί, είχαν τεράστια αξία ο Πεντζαρόπουλος, οι Σαραβάκοι, ο Χάιτας και άλλοι, αλλά ο Φάνης πήρε το μπάσκετ του συλλόγου από την αφάνεια και για δέκα χρόνια, πρωταγωνιστούσε, «σφήνα» σε ομάδες που είχαν πολύ περισσότερα χρήματα.
Για τον χαρακτήρα του που δεν ξέρουν οι περισσότεροι, είχε πολύ φιλότιμο και συναίσθημα. Και επειδή είχε και ευαισθησίες, όλοι όσοι κάναμε παρέα μαζί του, νιώθαμε την ανάγκη να τον προστατεύουμε και να τον συμβουλεύουμε. Ειδικά, ο Βαρίκας τον είχε σαν γιό του. Μια Παρασκευή, με κάλεσε ο Βαρίκας στο γραφείο του και μου είπε: Κώστα, θα πας στην προπόνηση και θα φέρεις τον Φάνη. Θέλω να του δώσω 200.000 δραχμές, γιατί παίζαμε την επόμενη ημέρα με τον Παναθηναϊκό, εντός έδρας. Πήγα και τον πήρα μετά την προπόνηση και όταν ο Ανδρέας που είχε δανειστεί τα χρήματα για να τα έδινε στον Φάνη, έκανε την κίνηση, γύρνα ο Φάνης και του λέει: Αν μου τα δώσεις, θα χάσουμε, Ανδρέα. Αν δεν μου τα δώσεις, θα νικήσουμε. Αποφάσισε. Είναι σαν τα έχω πάρει. Και τα κράτησε ο Ανδρέας. Και οι δυο τους είχαν μπέσα.
Ο Βαρίκας έφυγε παρά πολύ νέος. Αν ζούσε είκοσι χρόνια παραπάνω, ο Πανιώνιος, θα μεγαλουργούσε, γιατί θα είχε πανίσχυρη διοίκηση και φοβερή υποστηρικτική ομάδα. Ήταν μια ακόμα ιστορική δυστυχία του συλλόγου, η απώλεια του Ανδρέα».
Η επόμενη ιστορία με τον Φάνη, προκαλεί γέλια μέχρι…δακρύων.
«Κανονίζουμε μια Κυριακή να πάμε μαζί με τον Φάνη για μπάνιο στην Βάρκιζα και να παίξουμε και μπάσκετ. Ήταν μαζί ο τρομάρας, ο Τζανίδης, ο Μπελίτσης. Δεν θυμάμαι αν ήταν ο Παπουτσάκης και ο Καμπανόπουλος. Είχε γηπεδάκια έξω από την πλάζ και πήγαμε νωρίτερα από τον Φάνη. Ήταν μια παρέα άλλων εκεί και επειδή μας είδαν χοντρούς και κοντούς, μας πρότειναν να παίξουμε μπάσκετ με στοίχημα ένα καφάσι μπύρες. Τους λέω: Παιδιά, περιμένουμε έναν ακόμα που είναι άσχετος με το μπάσκετ, αλλά είναι πολύ φίλος και θέλουμε να παίξει. Συμφώνησαν αυτοί και μετά από λίγο έρχεται και ο Φάνης. Αυτοί δεν τον αναγνώρισαν και τους λέω: Παιδιά, να παίξουμε δυο καφάσια μπύρες. Ναι απάντησαν και αρχίσαμε.
Ο Φάνης δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα γέλια. Λέει ο Φάνης: Μ@@@@ες, επειδή δεν μπορείτε να ανεβοκατεβαίνετε στο γήπεδο, θα είστε στην άμυνα και θα τρέχω εγώ. Κερδίσαμε 10-1 σε πέντε λεπτά. Όταν τελειώσαμε, δεν ξέρω πώς, αλλά εμφανίζεται πίσω από κάποια δένδρα, ο διαιτητής Κουμπούρης που «σφύριξε», χορεύοντας στα παιχνίδια και αναγνώρισε τον Φάνη. Του λέει: Ρε Φάνη, βρήκες τα παιδιά να κοροϊδέψεις; Οι άλλοι όταν έμαθαν ότι ήταν ο Χριστοδούλου δεν ήθελαν να πληρώσουν τις μπύρες και αφού ξεφωνίσαμε τον Καμπούρη, τους λέω: Σας είπα, αυτός που θα έρθει δεν ξέρει μπάσκετ. Δεν σας είπα ότι ξέρει…άπειρο μπάσκετ»!!
Η Πανιωνίτιδα του Μήτσου και η αρχοντιά του Βασίλη
Κουμπάρος με τον Δημήτρη Μαυρίκη, ο Κώστας Γκλιάτης ακολούθησε αρκετές αποστολές του Πανιωνίου σε εκτός έδρας παιχνίδια της ποδοσφαιρικής ομάδας. Η «τρέλα» του Μήτσου για τον Ιστορικό, δεν είχε…ταίρι, όπως λέει ο «ταρίφας» και αναφέρει μια χαρακτηριστική ιστορία.
«Την χρονιά που παίξαμε το μπαράζ με τον Μακεδονικό, στον Βόλο, στην τελευταία αγωνιστική παίζαμε με τον ΠΑΟΚ, στην Θεσσαλονίκη. Αν παίρναμε ισοπαλία, δεν θα παίζαμε το μπαράζ και θα είχαμε μείνει απευθείας κατηγορία. Έχω πάει στην Τούμπα με τον Δημήτρη Καγκελάρη, τον «Λώλο» και καθόμαστε στα επίσημα. Το παιχνίδι ήταν στο 0-0 και ο ΠΑΟΚ ήταν αδιάφορος. Διαιτητής ήταν ο Σταμάτης που είχαμε μάθει ότι ήταν τραπεζικός υπάλληλος στην Αμφιάλη. Κοντά στο 80’, δίνει ένα…μουσαντένιο πέναλντι στον ΠΑΟΚ. Ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Γραβάνης, ήξερε τον Γκουερίνο και πήγε κοντά του, πριν την εκτέλεση, ζητώντας του να αστοχήσει. Ο Γκουερίνο, όμως, είχε συμφωνήσει με τον Βουλινό και την επόμενη χρονιά πήγε στον Μακεδονικό και καταδέχτηκε να παίξει στην Β’ Εθνική…
Ευστόχησε στο πέναλντι και μαζί με τον «Λώλο» βάλαμε τα κλάματα. Μας κατάλαβαν οι ΠΑΟΚτζήδες και αφού ήρθαν είκοσι άτομα γύρω μας και μας χτύπησαν, φυγαδευτήκαμε σε μια κλούβα και πήγαμε στο αεροδρόμιο για να φεύγαμε μαζί με την αποστολή, με την ίδια πτήση για την Αθήνα. Με βλέπει ο Μήτσος που με είχαν χτυπήσει και «τρελαίνεται». Συμπτωματικά, στην ίδια πτήση ήταν και ο διαιτητής.
Του λέω: «Μήτσο, άστον να φτάσουμε στην Αθήνα, ξέρουμε και που δουλεύει. Συγκρατήσου». Μου απάντησε «εντάξει», αλλά όταν φτάσαμε στην πύλη εισόδου, ο Δημήτρης δεν κρατήθηκε. Τον πήρε στο «κυνήγι» για 20 μέτρα και τον διαιτητή, τον έσωσαν άλλοι επιβάτες. Ήρθε η αστυνομία, αλλά ο διαιτητής δεν τόλμησε να καταθέσει μήνυση για βιαιοπραγία και φύγαμε με διαφορετικές πτήσεις για Αθήνα. Ο Μήτσος αγαπούσε παθολογικά τον σύλλογο. Είχε οξεία…Πανιωνίτιδα. Και όταν ειδικά, αδικούσαν την ομάδα, του «γύριζε το μάτι». Με τον Σπανέα, δεν κοιμήθηκε τρείς ημέρες. Κάποιους μήνες μετά το μπαράζ της παραμονής, το θέμα με τον Σταμάτη…τακτοποιήθηκε, όπως έπρεπε…».
Ο Βασίλης Κατσουρίνης ήταν ένας από τους φιλάθλους-«άρχοντες» του Πανιωνίου. Ξεχώριζε από τον τρόπο ζωής του, τις γυναίκες-μοντέλα που πήγαινε στην πλατεία και χωρίς να κάνει επίδειξη, ξεχώριζε με το στυλ του και το πάθος του για τον σύλλογο. Η οικογένεια του είχε βιομηχανία.
«Ο Βασίλης ήταν από τα καλύτερα αρσενικά της Αθήνας. Τον γνώριζαν σε τοπ σημεία και είχε τις ανάλογες παρέες. Ήταν, όμως, ταπεινός και είχε τεράστια αξιοπρέπεια, μέχρι τον θάνατο του. Την χρονιά που παίξαμε το μπαράζ του Βόλου, έχουμε βρεθεί στην πλατεία και ο Βασίλης είχε έρθει με δυο γκομενάρες! Μιλάμε για τον Πανιώνιο. Γιατί άλλο να μιλάγαμε;; Κάποια στιγμή, η μια από τις δυο κοπέλες, βαρέθηκε και ήθελε να πάει βόλτα σε άλλη περιοχή. Της λέει ο Βασίλης: «Να πας, αλλά μην μου ξανατηλεφωνήσεις. Στην Νέα Σμύρνη, μιλάμε για Πανιώνιο».
Δεν έφυγε, γιατί δεν ήθελε να…αφήσει τον Βασίλη στην άλλη γκόμενα που ήταν μαζί…
Άρχισε να ξημερώνει και κάποια στιγμή, η γυναίκα μου που είδε ότι δεν είχα επιστρέψει, ήρθε στην πλατεία. Πρέπει να ήταν τέσσερις τα ξημερώματα. Όταν ήρθε, λέγαμε με τον Βασίλη για το μπαράζ και είχαμε συγκινηθεί στην σκέψη του υποβιβασμού. Με βλέπει η γυναίκα μου να βουρκώνω και με ρωτάει: Κώστα για τον Πανιώνιο, κλαίς στις 4 το πρωί; Της είχα απαντήσει αυθόρμητα: Αγάπη μου, ο Πανιώνιος «πέφτει» κατηγορία και κλαίω. Εσύ δεν «πέφτεις!!».
Ο Βασίλης κόντεψε να πέσει από την καρέκλα και από εκεί που κλαίγαμε, γελάσαμε με την ψυχή μας!
Ο Κατσουρίνης ήταν πολύ περήφανος και βοήθησε αθόρυβα τον Πανιώνιο. Όταν αρρώστησε, δεν ζήτησε καμία βοήθεια. Υπήρχε παράγοντας του Πανιωνίου που έκανε παρέα μαζί του, κάθε μέρα και θα μπορούσε να βοηθήσει επαγγελματικά την κόρη του, αλλά δεν το έκανε για να «έφευγε» ήσυχος και ο Βασίλης…».
Από τις πιο γνώριμες φυσιογνωμίες στους φιλάθλους του Πανιωνίου και πασίγνωστος με το παρατσούκλι «ταρίφας», λόγω του επαγγέλματος του, ο Κώστας Γκλιάτης, είχε ταυτίσει την καθημερινότητα του, με τον σύλλογο, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ. Κι αν τα χρόνια πέρασαν και έχει απομακρυνθεί από το γήπεδο, οι αναμνήσεις του από όσα και όσους έζησε στον Ιστορικό, παραμένουν αναλλοίωτες, αλλά και αρκετές είναι στενάχωρες για αυτούς που έφυγαν από την ζωή.
«Ήταν άλλες εποχές και δεν θέλω να κάνω συγκρίσεις. Μεγάλο μεράκι για να συνεχίζει ο Πανιώνιος την μεγάλη ιστορία του. Πολλές φιλίες μέσα από τον Πανιώνιο» λέει ο Κώστας και εύχεται να δει ένα ακόμα Κύπελλο…
Στοίχημα δέκα χιλιάδες δραχμές και πέντε μπύρες
Ήταν ο φίλαθλος που έβαλε το πρώτο «μικρόβιο» του Πανιωνίου στον πρώην πρόεδρο, Γεράσιμο Βεντούρη να συναντηθεί τότε με τον Ανδρέα Βαρίκα και τον Παύλο Κορκίδη, ώστε να ασχοληθεί με την διοίκηση του ερασιτέχνη.
«O Βεντούρης είχε τα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρίας του στο ίδιο κτίριο που εγώ εργαζόμουν στο πάρκινγκ. Στο λιμάνι του Πειραιά. Βλεπόμασταν κάθε μέρα, πρωί και μεσημέρι. Στο ίδιο κτίριο ήταν και τα γραφεία της εταιρίας του Σταύρου Νταϊφά. Όταν πήραμε τον Φάνη, είχαμε τον Ολυμπιακό για…πλάκα. Ο Νταϊφάς δεν παρακολουθούσε μπάσκετ, είχε… μείνει στην εποχή του Γιατζόγλου και του Καστρινάκη, αλλά άκουγε που με πείραζαν άλλοι φίλαθλοι του Ολυμπιακού και μια μέρα, παραμονές αγώνα Ολυμπιακού-Πανιωνίου, με προκάλεσε: Κώστα, να βάλουμε στοίχημα για το παιχνίδι και εγώ θα χάσω δέκα χιλιάδες δραχμές και εσύ πέντε μπύρες. Εντάξει κύριε Σταύρο, αλλά να ξέρετε ότι θα πληρώσετε. Την ώρα που «μπήκε» στο στοίχημα, εμφανίστηκε ο Βεντούρης και άκουσε τον διάλογο.
Ο Πανιώνιος νίκησε στο Παπαστράτειο και εύκολα και την επόμενη Δευτέρα με βλέπει ο Νταϊφάς και μου λέει: Κώστα, είχες δίκιο. Πάρε το δεκαχίλιαρο και δεν ξαναβάζω στοίχημα για μπάσκετ! Το «άστρο» του Φάνη είχε λάμψει πριν από την Εθνική του ’87. Και την επόμενη ημέρα, έρχεται ο Βεντούρης και μου «ανοίγει» συζήτηση.
Ξέρεις Κώστα, ήμουν παλιός αθλητής του Πανιωνίου. Έχει μεγαλείο και ιστορία αυτός ο σύλλογος. Αυτός ο Χριστοδούλου είναι πολύ καλός παίκτης;
«Παιχτούρα που θα αφήσει εποχή» του απάντησα και κατάλαβα ότι τον ενδιέφερε να μπει στην διοίκηση του ερασιτέχνη, τότε. Το είπα στον Βαρίκα και στον Κορκίδη και μας κάλεσε στο σπίτι του στην Εκάλη για να προχωρήσει το «συνοικέσιο»!
Του είχαμε πει και οι τρείς, τότε: Γεράσιμε, την ταμειακή ρευστότητα σου χρειάζεται ο Πανιώνιος. Δεν χρειάζεται να «ματώσεις» οικονομικά. Ο Βεντούρης, όλα αυτά τα χρόνια που ήταν πρόεδρος, έβαλε εκατό εκατομμύρια δραχμές. Και δεν ζήτησε να πάρει πίσω ούτε ένα σέντ, μια δραχμή. Ακόμα κι όταν η ΠΑΕ είχε υπαχθεί στον Δήμο, με δήμαρχο τον Μπεχλιβανίδη, χρειαζόντουσαν 25 εκ. δραχμές, ως ρήτρα συμμετοχής στο πρωτάθλημα και τα είχε δώσει ο Γεράσιμος. Δεν ξέρω αν και αυτά τα χρήματα τα πήρε ποτέ πίσω».
«Όσκαρ» πρώτου ανδρικού ρόλου
Ο «ταρίφας» δεν είχε καμία σχέση με την υποκριτική, αλλά μια φορά, έκανε τον ηθοποιό και είχε σε ρόλο… συμπρωταγωνιστή τον Γιώργο Παπουτσάκη. Απολαυστική αφήγηση.
«Εκείνες τις εποχές, όσοι φίλαθλοι, όπως ο συγχωρεμένος ο Γιώργος Κάβουρας και αρκετοί άλλοι, μετά τις δουλειές του, περνούσαν κάθε μέρα από τα γραφεία του συλλόγου. Μιλούσαμε με την συγχωρεμένη την Ελένη Παυλάκου για όλα τα θέματα και τις δυσκολίες που υπήρχαν. Βοηθούσαμε, όπως και όσο μπορούσαμε. Ένα βράδυ, ήμασταν οι δυο μας και πίναμε ουίσκι με την Ελένη. Τι άλλο να πιεί η Ελενάρα; Κώστα, πρέπει να πληρωθούν στην ομάδα και δεν έχουμε λεφτά. Έχουμε δυο επιταγές, όμως από τον διαφημιστή που είναι 12 εκ. δραχμές, ύστερα από έναν χρόνο. Ποιος θα τις πάρει για να μας δώσει τα χρήματα, τώρα;
Της λέω: Θα πάω εγώ στον Κώστα Γαλλή που είχε τότε το κατάστημα φωτιστικών μαζί με τον αδελφό του, Φάνη, στην 3η Σεπτεμβρίου.
Δεν ήθελα να πάω μόνος και πήρα τον Παπουτσάκη. Στην διαδρομή έγινε ο εξής διάλογος:
-Γιώργο, ξέρεις να βουρκώνεις προσποιητά;
--Τι εννοείς, ρε Κώστα;
--Αν με δεις να συγκινούμαι, μπορεί να πιέσεις τον εαυτό σου να κάνει το ίδιο;
--Θα προσπαθήσω Κώστα. Να πάρουμε μαντήλια απ’ ένα περίπτερο!!
--Γιώργο, αν ήμουν γυναίκα θα φορούσα και μαύρη μαντίλα στο κεφάλι!!
Φτάσαμε και στο ισόγειο ήταν κατά σύμπτωση ο Φάνης Γαλλής. Μας ρώτησε τον λόγο της επίσκεψης και είπαμε ότι θέλαμε να δούμε τον Κώστα, μόνο του.
Λέω στον Κώστα: Χρειάζονται 12 εκ. άμεσα για να κλείσει η χρονιά. Για σένα είναι… ψιλά.
Ο Γαλλής ήθελε να βοηθήσει, αλλά δεν το αποφάσιζε. Και κάποια στιγμή, του λέω με βουρκωμένα μάτια: Θα χάσουμε τον Φάνη για πέντε εκ., Κώστα, γιατί θα αποκτήσει δικαίωμα προσφυγής.
Βλέπω τον Παπουτσάκη, δακρυσμένο και μας λέει ο συγχωρεμένος ο Κώστας: Θα τα δώσω εγώ. Πείτε στην Ελένη να μου τηλεφωνήσει.
Τον φιλήσαμε και φύγαμε. Γυρνάμε στο γραφείο και λέει ο Παπουτσάκης στην Παυλάκου: Ρε Ελένη, τέτοιος ηθοποιός σαν τον Κώστα, ούτε ο Ρομπέρτο Ντε Νίρο στον «Ταξιτζή»! Από τα γέλια που κάναμε, ξύπνησε ο Πανουργιάς που είχε αποκοιμηθεί σε διπλανό γραφειάκι!! Η δουλειά, πάντως, έγινε και έτσι λειτουργούσαμε όλοι οι Πανιώνιοι. Με συναίσθημα. Και αυτοί που είχαν πορτοφόλι και αυτοί που δεν είχαν…».
«Αν τα πάρω τα χρήματα, θα χάσουμε»
Για τον Φάνη Χριστοδούλου, ο Κώστας έχει να πει πολλές ιστορίες καθημερινότητας. Για φαγητά που έκαναν μαζί με την παρέα των «χοντρών» στου Βαλέσα κι αλλού, για μπάνια στην Βάρκιζα, για την πατρική φροντίδα του Ανδρέα Βαρίκα και πολλά άλλα.
«Για τον Φάνη, ως παίκτη, δεν θα πω τίποτα. Μόνο ότι έπαιξε μπάσκετ μπροστά από την εποχή του και γι’ αυτόν τον λόγο ακόμα είναι σημείο αναφοράς. Τον βλέπαμε στην προπόνηση και λέγαμε να είχαμε άλλα τέσσερα μάτια να τον απολαμβάνουμε. Για εμένα, έχει την πρώτη θέση στον «γαλαξία» των μεγαλύτερων παικτών του Πανιωνίου, σε ποδόσφαιρο και μπάσκετ, όλων των εποχών. Γιατί, είχαν τεράστια αξία ο Πεντζαρόπουλος, οι Σαραβάκοι, ο Χάιτας και άλλοι, αλλά ο Φάνης πήρε το μπάσκετ του συλλόγου από την αφάνεια και για δέκα χρόνια, πρωταγωνιστούσε, «σφήνα» σε ομάδες που είχαν πολύ περισσότερα χρήματα.
Για τον χαρακτήρα του που δεν ξέρουν οι περισσότεροι, είχε πολύ φιλότιμο και συναίσθημα. Και επειδή είχε και ευαισθησίες, όλοι όσοι κάναμε παρέα μαζί του, νιώθαμε την ανάγκη να τον προστατεύουμε και να τον συμβουλεύουμε. Ειδικά, ο Βαρίκας τον είχε σαν γιό του. Μια Παρασκευή, με κάλεσε ο Βαρίκας στο γραφείο του και μου είπε: Κώστα, θα πας στην προπόνηση και θα φέρεις τον Φάνη. Θέλω να του δώσω 200.000 δραχμές, γιατί παίζαμε την επόμενη ημέρα με τον Παναθηναϊκό, εντός έδρας. Πήγα και τον πήρα μετά την προπόνηση και όταν ο Ανδρέας που είχε δανειστεί τα χρήματα για να τα έδινε στον Φάνη, έκανε την κίνηση, γύρνα ο Φάνης και του λέει: Αν μου τα δώσεις, θα χάσουμε, Ανδρέα. Αν δεν μου τα δώσεις, θα νικήσουμε. Αποφάσισε. Είναι σαν τα έχω πάρει. Και τα κράτησε ο Ανδρέας. Και οι δυο τους είχαν μπέσα.
Ο Βαρίκας έφυγε παρά πολύ νέος. Αν ζούσε είκοσι χρόνια παραπάνω, ο Πανιώνιος, θα μεγαλουργούσε, γιατί θα είχε πανίσχυρη διοίκηση και φοβερή υποστηρικτική ομάδα. Ήταν μια ακόμα ιστορική δυστυχία του συλλόγου, η απώλεια του Ανδρέα».
Η επόμενη ιστορία με τον Φάνη, προκαλεί γέλια μέχρι…δακρύων.
«Κανονίζουμε μια Κυριακή να πάμε μαζί με τον Φάνη για μπάνιο στην Βάρκιζα και να παίξουμε και μπάσκετ. Ήταν μαζί ο τρομάρας, ο Τζανίδης, ο Μπελίτσης. Δεν θυμάμαι αν ήταν ο Παπουτσάκης και ο Καμπανόπουλος. Είχε γηπεδάκια έξω από την πλάζ και πήγαμε νωρίτερα από τον Φάνη. Ήταν μια παρέα άλλων εκεί και επειδή μας είδαν χοντρούς και κοντούς, μας πρότειναν να παίξουμε μπάσκετ με στοίχημα ένα καφάσι μπύρες. Τους λέω: Παιδιά, περιμένουμε έναν ακόμα που είναι άσχετος με το μπάσκετ, αλλά είναι πολύ φίλος και θέλουμε να παίξει. Συμφώνησαν αυτοί και μετά από λίγο έρχεται και ο Φάνης. Αυτοί δεν τον αναγνώρισαν και τους λέω: Παιδιά, να παίξουμε δυο καφάσια μπύρες. Ναι απάντησαν και αρχίσαμε.
Ο Φάνης δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα γέλια. Λέει ο Φάνης: Μ@@@@ες, επειδή δεν μπορείτε να ανεβοκατεβαίνετε στο γήπεδο, θα είστε στην άμυνα και θα τρέχω εγώ. Κερδίσαμε 10-1 σε πέντε λεπτά. Όταν τελειώσαμε, δεν ξέρω πώς, αλλά εμφανίζεται πίσω από κάποια δένδρα, ο διαιτητής Κουμπούρης που «σφύριξε», χορεύοντας στα παιχνίδια και αναγνώρισε τον Φάνη. Του λέει: Ρε Φάνη, βρήκες τα παιδιά να κοροϊδέψεις; Οι άλλοι όταν έμαθαν ότι ήταν ο Χριστοδούλου δεν ήθελαν να πληρώσουν τις μπύρες και αφού ξεφωνίσαμε τον Καμπούρη, τους λέω: Σας είπα, αυτός που θα έρθει δεν ξέρει μπάσκετ. Δεν σας είπα ότι ξέρει…άπειρο μπάσκετ»!!
Η Πανιωνίτιδα του Μήτσου και η αρχοντιά του Βασίλη
Κουμπάρος με τον Δημήτρη Μαυρίκη, ο Κώστας Γκλιάτης ακολούθησε αρκετές αποστολές του Πανιωνίου σε εκτός έδρας παιχνίδια της ποδοσφαιρικής ομάδας. Η «τρέλα» του Μήτσου για τον Ιστορικό, δεν είχε…ταίρι, όπως λέει ο «ταρίφας» και αναφέρει μια χαρακτηριστική ιστορία.
«Την χρονιά που παίξαμε το μπαράζ με τον Μακεδονικό, στον Βόλο, στην τελευταία αγωνιστική παίζαμε με τον ΠΑΟΚ, στην Θεσσαλονίκη. Αν παίρναμε ισοπαλία, δεν θα παίζαμε το μπαράζ και θα είχαμε μείνει απευθείας κατηγορία. Έχω πάει στην Τούμπα με τον Δημήτρη Καγκελάρη, τον «Λώλο» και καθόμαστε στα επίσημα. Το παιχνίδι ήταν στο 0-0 και ο ΠΑΟΚ ήταν αδιάφορος. Διαιτητής ήταν ο Σταμάτης που είχαμε μάθει ότι ήταν τραπεζικός υπάλληλος στην Αμφιάλη. Κοντά στο 80’, δίνει ένα…μουσαντένιο πέναλντι στον ΠΑΟΚ. Ο συγχωρεμένος ο Γιάννης Γραβάνης, ήξερε τον Γκουερίνο και πήγε κοντά του, πριν την εκτέλεση, ζητώντας του να αστοχήσει. Ο Γκουερίνο, όμως, είχε συμφωνήσει με τον Βουλινό και την επόμενη χρονιά πήγε στον Μακεδονικό και καταδέχτηκε να παίξει στην Β’ Εθνική…
Ευστόχησε στο πέναλντι και μαζί με τον «Λώλο» βάλαμε τα κλάματα. Μας κατάλαβαν οι ΠΑΟΚτζήδες και αφού ήρθαν είκοσι άτομα γύρω μας και μας χτύπησαν, φυγαδευτήκαμε σε μια κλούβα και πήγαμε στο αεροδρόμιο για να φεύγαμε μαζί με την αποστολή, με την ίδια πτήση για την Αθήνα. Με βλέπει ο Μήτσος που με είχαν χτυπήσει και «τρελαίνεται». Συμπτωματικά, στην ίδια πτήση ήταν και ο διαιτητής.
Του λέω: «Μήτσο, άστον να φτάσουμε στην Αθήνα, ξέρουμε και που δουλεύει. Συγκρατήσου». Μου απάντησε «εντάξει», αλλά όταν φτάσαμε στην πύλη εισόδου, ο Δημήτρης δεν κρατήθηκε. Τον πήρε στο «κυνήγι» για 20 μέτρα και τον διαιτητή, τον έσωσαν άλλοι επιβάτες. Ήρθε η αστυνομία, αλλά ο διαιτητής δεν τόλμησε να καταθέσει μήνυση για βιαιοπραγία και φύγαμε με διαφορετικές πτήσεις για Αθήνα. Ο Μήτσος αγαπούσε παθολογικά τον σύλλογο. Είχε οξεία…Πανιωνίτιδα. Και όταν ειδικά, αδικούσαν την ομάδα, του «γύριζε το μάτι». Με τον Σπανέα, δεν κοιμήθηκε τρείς ημέρες. Κάποιους μήνες μετά το μπαράζ της παραμονής, το θέμα με τον Σταμάτη…τακτοποιήθηκε, όπως έπρεπε…».
Ο Βασίλης Κατσουρίνης ήταν ένας από τους φιλάθλους-«άρχοντες» του Πανιωνίου. Ξεχώριζε από τον τρόπο ζωής του, τις γυναίκες-μοντέλα που πήγαινε στην πλατεία και χωρίς να κάνει επίδειξη, ξεχώριζε με το στυλ του και το πάθος του για τον σύλλογο. Η οικογένεια του είχε βιομηχανία.
«Ο Βασίλης ήταν από τα καλύτερα αρσενικά της Αθήνας. Τον γνώριζαν σε τοπ σημεία και είχε τις ανάλογες παρέες. Ήταν, όμως, ταπεινός και είχε τεράστια αξιοπρέπεια, μέχρι τον θάνατο του. Την χρονιά που παίξαμε το μπαράζ του Βόλου, έχουμε βρεθεί στην πλατεία και ο Βασίλης είχε έρθει με δυο γκομενάρες! Μιλάμε για τον Πανιώνιο. Γιατί άλλο να μιλάγαμε;; Κάποια στιγμή, η μια από τις δυο κοπέλες, βαρέθηκε και ήθελε να πάει βόλτα σε άλλη περιοχή. Της λέει ο Βασίλης: «Να πας, αλλά μην μου ξανατηλεφωνήσεις. Στην Νέα Σμύρνη, μιλάμε για Πανιώνιο».
Δεν έφυγε, γιατί δεν ήθελε να…αφήσει τον Βασίλη στην άλλη γκόμενα που ήταν μαζί…
Άρχισε να ξημερώνει και κάποια στιγμή, η γυναίκα μου που είδε ότι δεν είχα επιστρέψει, ήρθε στην πλατεία. Πρέπει να ήταν τέσσερις τα ξημερώματα. Όταν ήρθε, λέγαμε με τον Βασίλη για το μπαράζ και είχαμε συγκινηθεί στην σκέψη του υποβιβασμού. Με βλέπει η γυναίκα μου να βουρκώνω και με ρωτάει: Κώστα για τον Πανιώνιο, κλαίς στις 4 το πρωί; Της είχα απαντήσει αυθόρμητα: Αγάπη μου, ο Πανιώνιος «πέφτει» κατηγορία και κλαίω. Εσύ δεν «πέφτεις!!».
Ο Βασίλης κόντεψε να πέσει από την καρέκλα και από εκεί που κλαίγαμε, γελάσαμε με την ψυχή μας!
Ο Κατσουρίνης ήταν πολύ περήφανος και βοήθησε αθόρυβα τον Πανιώνιο. Όταν αρρώστησε, δεν ζήτησε καμία βοήθεια. Υπήρχε παράγοντας του Πανιωνίου που έκανε παρέα μαζί του, κάθε μέρα και θα μπορούσε να βοηθήσει επαγγελματικά την κόρη του, αλλά δεν το έκανε για να «έφευγε» ήσυχος και ο Βασίλης…».
Δεν υπάρχουν σχόλια