Ο Πανιώνιος όπως τον έζησα... Αν του βάλεις το δίλλημα «Πανιώνιος ή μουσική», δεν θα απαντήσει. Θα το φέρει… ισοπαλία. Ακόμα και αν επ...
Αν του βάλεις το δίλλημα «Πανιώνιος ή μουσική», δεν θα απαντήσει. Θα το φέρει… ισοπαλία. Ακόμα και αν επιμείνεις στην… «παράταση». Στην διαδικασία «πέναλντι», όμως και στην τελευταία «εκτέλεση», ο Γιάννης Αλεξίου, ο «Τσίου» όπως χαϊδευτικά τον αποκαλούσαν φίλοι και συμμαθητές, θα ευστοχήσει στην επιλογή του Πανιωνίου. Κι ας είναι στην πλευρά των «ηττημένων» τα εκατοντάδες βινύλια δίσκων και οι μεγάλες μουσικές γνώσεις και γνωριμίες του με καλλιτέχνες, γκρουπ, διάσημα και άσημα.
Η «τρέλα» για τον Πανιώνιο, αν έμπαινε σε…νότες και μουσικά όργανα, δεν θα του έφταναν δυο ορχήστρες για να την μελοποιούσε!
«Ο Πανιώνιος είναι μία από τις δύο μεγάλες αγάπες της ζωής μου. Η άλλη είναι η μουσική. Δεν υπάρχει μέρα που να μην το σκέφτομαι, να μη διαβάσω τα νέα του σε όλο το μήκος και πλάτος του διαδικτύου, να μην μιλήσω με κάποιον φίλο για την ομάδα και να μην μονολογήσω συνθήματα, ενώ κάνω κάποιες δουλειές. Έχει ριζώσει στο μυαλό και στην καρδιά μου αυτή η ομάδα» λέει ο Γιάννης και εξιστορεί πως έγινε φανατικός φίλος του Ιστορικού.
«Μεγάλωσα και εξακολουθώ να ζω στη Νέα Σμύρνη. Φίλαθλο του Πανιωνίου μ’ έκανε ο θείος μου, ο Γιώργος Νικολάου, γνωστότερος ως Γιωργούλης, πρώην πρωταθλητής στην άρση βαρών, που υπήρξε προσωπικός γυμναστής του Θωμά Μαύρου όταν πρωτοέπαιξε μπάλα στην πρώτη ομάδα του Πανιώνιου, στα 16 – 17 του χρόνια και φυσικά ήταν Πανιώνιος. Θυμάμαι έναν αδύνατο μακρυμάλλη που ερχόταν στο ισόγειο της τότε μονοκατοικίας μας και γυμναζόταν σηκώνοντας πέτρινα βάρη. Αυτός ήταν η αιτία να με πάει στο γήπεδο ο θείος μου να τον δούμε να παίζει με τον Πανιώνιο. Το πρώτο ματς που είδα την ομάδα σε ηλικία 5 ετών ήταν στην πρεμιέρα της σεζόν 1972-73 όταν νικήσαμε την νεοφώτιστη τότε Λάρισα με 1-0. Έως το 1975 που έπαιζε ο Θωμάς στον Πανιώνιο με έπαιρνε συχνά στο γήπεδο, όπου αισθανόμουν πολύ οικεία ανάμεσα στους οπαδούς μας».
Η «βάφτιση» του Γιάννη Αλεξίου στα «κυανέρυθρα», έγινε στην θριαμβευτική πορεία για την πρώτη κατάκτηση Κυπέλλου, το ’79.
«Έως το 1979 δεν πήγαινα ασυνόδευτος στο γήπεδο, λόγω του νεαρού της ηλικίας, αλλά με την παρότρυνση του διπλανού μου στην πέμπτη δημοτικού, Γιώργου Ευαγγελίδη με τον οποίο ήμασταν και συμπαίκτες στα μίνι του μπάσκετ του Πανιωνίου, πήγαμε μαζί για πρώτη φορά, στα 12 μου πια, στην παλιά και γνήσια Θύρα 3 σ’ ένα αγώνα πρωταθλήματος με τον Άρη Θεσσαλονίκη που έληξε 0-0. Αυτό ήταν. Σε τρεις μέρες ξαναπήγα μόνος αυτή τη φορά στο γήπεδο, Μεγάλη Τετάρτη, να δω τη ρεβάνς του 5-2 πάλι με αντίπαλο τον Άρη, το οποίο αποκλείσαμε με 5-1 σ’ ένα αλησμόνητο ματς που είχαμε εξέδρα στη Θύρα 2. Τρελάθηκα. Η συνέχεια ήταν ανέλπιστη καθώς αποκλείσαμε τον Ολυμπιακό - ήμουν στο γήπεδο στον πρώτο αγώνα (2-1) - και πήραμε το κύπελλο νικώντας στο τελικό την ΑΕΚ. Επίσης θυμάμαι την αγωνία που είχα στο τελευταίο ματς του πρωταθλήματος στη νίκη 2-0 επί της Ρόδο, με την οποία σιγουρέψαμε την παραμονή μας στην Α Εθνική, όπως θυμάμαι και τη περήφανη νίκη με 4-2 επί του Παναθηναϊκού στη Ν. Σμύρνη, επί εποχής Αλβαρέζ και Δεληκάρη».
Μαθητής της έκτης τάξης Δημοτικού, έφτιαξε μια αυτοσχέδια σημαία και θυμάται πως έφτασε στο πρώην γήπεδο «Γ. Καραϊσκάκης» για τον τελικό.
«Αν δεν ήταν ο Νίκος Καρράς, ο διπλανός μου στην έκτη δημοτικού, δεν θα πήγαινα στο Καραϊσκάκη! Έτσι με άφησε ο πατέρας μου γιατί θα πηγαίναμε με το αυτοκίνητο του πατέρα του Νίκου. Θυμάμαι τον αείμνηστο Ντόριαν, ένα φοβερά γεροδεμένο και μαυροντυμένο τύπο με μπότες που έμοιαζε με Ινδιάνο, την ώρα που έφευγαν τα φισκαρισμένα πούλμαν από τον Σύνδεσμο του Πανιωνίου πριν μπει μέσα να μου φωνάζει : «έλα κι εσύ»... «Θα έρθω σίγουρα, να με περιμένετε» του είπα, ενώ κοιτούσα με λαχτάρα από το απέναντι πεζοδρόμιο. Έτσι κι έγινε. Είχα φτιάξει και μια αυτοσχέδια «κυανέρυθρη» σημαία με ξύλινο κοντάρι που είχα μαζί μου στον τελικό και την οποία έχω έως σήμερα στο αυτοκίνητό μου, έτσι για να θυμάμαι τι έγινε το βράδυ του Σαββάτου 9 Ιουνίου. Θυμάμαι έντονα τις λιποθυμιές των μεγαλύτερων σε ηλικία στη Θύρα 6 όσο πλησίαζε το τέλος του αγώνα, όπως και το ότι κόλλησε η κόρνα του αυτοκινήτου και που γυρίζαμε πίσω και δεν μπορούσα να συμβάλλουμε στους πανηγυρισμούς μέχρι να φτάσουμε στο γήπεδο όπου έγινε η θριαμβευτική υποδοχή των Κυπελλούχων Ελλάδας».
Η εξέδρα στην πρώην θύρα «3» του γηπέδου, ήταν το ομορφότερο «στέκι» του Γιάννη και θυμάται χαρακτηριστικά την οργάνωση της από τον Μανώλη Σουφερλή: «Απ’ εκείνη την εποχή θυμάμαι ότι ήταν αρχηγός της εξέδρας ο Μανώλης ο Σουφερλής. Για μένα υπήρξε ο καλύτερος αρχηγός εξέδρας που πέρασε από τη Θύρα 3 όπου και αν κατοικοέδρευε στο γήπεδο. Σ’ ένα φιλικό με το Αιγάλεω είχε ξεκινήσει μόνος του, σαν υπεράνθρωπος, από την Θύρα 5 και έφτασε ως τη Θύρα 9 όπου ήταν γεμάτη από Αιγαλιώτες και τα έβαλε μόνος του με ολόκληρη εξέδρα. Το ίδιο είχε κάνει και σ’ ένα αγώνα με τον Ολυμπιακό που έφτασε στη Θύρα 2 και τα έβαλε με ολόκληρη εξέδρα. Το έλεγε η καρδιά του και η προσφορά του στην οργάνωση εξέδρας και μάλιστα σε άγουρα χρόνια που δεν είχε συσταθεί επίσημα οι Πάνθηρες, πριν το 1983, ήταν πολύ μεγάλη».
A. Μισαηλίδης: «Παναθηναϊκός είσαι; Κάνε 50 κάμψεις»!
Δυο περιστατικά από τα γυμνασιακά χρόνια της ΛΑΝΣ, με πρωταγωνιστή τον νυν πρόεδρο του Πανιωνίου, Άρη Μισαηλίδη, έχουν μείνει αναλλοίωτα στην μνήμη του Γ. Αλεξίου.
«Στο σχολείο οι πιο λίγοι φίλαθλοι άλλων ομάδων ήταν οι Παναθηναϊκοί. Θυμάμαι τον Άρη Μισαηλίδη που ήταν γυμναστής μας με τη δική του ιστορία γραμμένη στη Πανιώνιο έως και σήμερα, όταν απευθύνθηκε σ’ ένα μαθητή που δεν παρακολουθούσε με ενδιαφέρον τις ασκήσεις που μας υποδείκνυε ρωτώντας τον. «Τι ομάδα είσαι ;», «Παναθηναϊκός», του απάντησε. «Πάρε 50 κάμψεις…!». Όπως θυμάμαι και το δέος που ένοιωσα, όπως φαντάζομαι και άλλοι μαθητές, όταν ο Άρης μας πήγε για πρώτη φορά να τρέξουμε και να προπονηθούμε στο «ναό». Πατήσαμε το γήπεδο του Πανιωνίου για πρώτη φορά. Την εποχή εκείνη ήταν μαθητής του λυκείου ακόμη ο παίκτης και νεοσύλλεκτος στην 11άδα της επαγγελματικής ομάδας, ο Χάρης Σοφιανός, τον οποίο ρωτούσαμε οι Πανιώνιοι κάθε τόσο : «Τι θα κάνουμε την Κυριακή;».
Αυτοί οι παίκτες, όπως ο Σοφιανός, που δεν άφησαν τον Πανιώνιο για ομάδα της Α Εθνικής, είτε το ήθελαν είτε όχι, ή άρχισαν και τελείωσαν την καριέρα τους στον Πανιώνιο γιατί αυτή ήταν η μοίρα τους, αυτοί είναι οι ποδοσφαιρικοί ήρωες μου.
«Αυτούς που λατρεύω»
Οι παίκτες που τους βγάζω το καπέλο και θα τους λατρεύω μια ζωή : Βασίλης Μωραϊτέλης, Νόνι Λίμα, Χρήστος Κουτρόπουλος, Μάκης Ζαχαρόπουλος, Χρήστος Εμβολιάδης, Δημήτρης Μαυρίκης, Μπάμπης Σαϊπάς, Γιάννης Γραβάνης, Ζαφείρης Κάκαρης, Αντώνης Μανίκας, Νίκος Χαλκίδης, Θανάσης Καναράς, Στάθης Χάιτας και κατ’ εξαίρεση ο Θωμάς Μαύρος. Τον τελευταίο για να τον δω (φυσικά και όλη την ομάδα, αλλά αυτός ήταν τότε η ελπίδα για γκολ) δραπέτευα από το στρατόπεδο το Κ.Ε.Τ.Χ της Πάτρας όπου υπηρετούσα τη θητεία μου το 1990 κι ερχόμουν με το ΚΤΕΛ να δω τον Πανιώνιο έστω για ένα ημίχρονο ! Μετά έφευγα πίσω με φόβο μην τυχόν και δεν ήμουν παρών στο βραδινό προσκλητήριο. Ολόκληρη ταλαιπωρία που άξιζε τον κόπο όμως.
Η «Λακούβα» της «κυανέρυθρης» παρέας
Η πλατεία Β. Γεωργίου, η χαρακτηριζόμενη ως «λακούβα» ήταν η αφετηρία της μικρής πορείας μέχρι το γήπεδο του Πανιωνίου.
«Μεγαλώνοντας θυμάμαι ότι το σημείο συνάντησης πριν το γήπεδο έγινε το ιστορικό παρκάκι που συχνάζαμε στη διάρκεια της ημέρας, πριν και μετά το σχολείο, ακόμη και τα βράδια, η θρυλική Λακούβα. Εκεί μαζευόμασταν οι Παναγιώτης Γκίκας, Γιώργος Αυγέας, Γιάννης Μπόνος, Βαγγέλης Γεωργίου, Νίκος Μαύρος, Γιώργος Λυκουρίνος, Αλέξης Γιαμάς και κάποιοι ακόμη να πάμε όλοι μαζί στο γήπεδο, μια τρελή παρέα Πανιώνιων. Ήταν το γούρι μας η «λακούβα». Οι περισσότεροι ήμασταν συμμαθητές. Ο Γεωργίου ήταν ο μόνος φίλαθλος Ολυμπιακού, αλλά μετά το συμβάν της «Θύρας 7», όπου το βίωσε από μέσα και ήταν τραυματίας, δεν τον άφησαν οι γονείς του να πάει στο «Γ. Καραϊσκάκης», όμως σταδιακά του επέτρεπαν να έρχονταν μαζί μας στον Πανιώνιο. Αυτό ήταν. Έγινε πιο ένθερμος Πανιώνιος από όλους μας.
Στο σχολείο που πήγαινα, στο 4ο Λύκειο Ν. Σμύρνης, ακριβώς πίσω από το γήπεδο, εννοείτε ότι είχα πιάσει παράθυρο στην τάξη ώστε να κρυφοκοιτάζω το ματς όταν έπαιζε ο Πανιώνιος κι είχαμε μάθημα. Μετά από εκείνο το τρελό 4-0 επί της Τβέντε στον πρώτο γύρο του Κυπέλλου Κυπελλούχων και την αγωνιώδη πρόκριση που καθάρισε ο Νίκος Αναστόπουλος πετυχαίνοντας το 3-1 με απίστευτο τρόπο, ήταν αδύνατο να μην κάναμε κοπάνα στον επόμενο γύρο με την Γκέτεμποργκ που ήταν ημέρα Τετάρτη και είχαμε μάθημα. Θυμάμαι είχαμε συνεννοηθεί όλοι οι Πανιώνιοι του σχολείου και μετά την προσευχή και μόλις είπε ο Γυμνασιάρχης, Γιάννης Φραγκέλης : «περάστε στις τάξεις σας», φορέσαμε τα κασκώλ και βγαίναμε ομαδικά από το σχολείο, ενώ εκείνος ωρυόταν και κρατούσε τα μεγάλα κοκάλινα γυαλιά του στον αέρα μην πιστεύοντας αυτό που βλέπει ! Η Θύρα 3 μας περίμενε.. .
«Δεν έκλαψα ποτέ για τον Πανιώνιο»
Η Πανιώνια φιλοσοφία του Γιάννη Αλεξίου από κάθε γωνιά των εξεδρών, αποτυπώνεται από τον ίδιο, στις στιγμές που έχει βιώσει δίπλα στο «κόκκινο» και «μπλε».
«Ο Πανιώνιος είναι στιγμές. Είναι ο Κώστας ο Φλωρινιώτης που κάπου στις αρχές του δευτέρου ημιχρόνου φώναζε στα υβριστικά : «Έλα ο Πλάτανος», δίνοντας το σήμα στους συναδέλφους τους να φύγουν να πάνε για δουλειά με ζωγραφισμένη την απογοήτευση στο πρόσωπό του. Είναι οι απίστευτες ιστορίες του εμβληματικού Πανιώνιου, Παναγιώτη Τσιάπη, που ακούω από μικρός όπως όλοι οι Νεοσμυρνιοί. Είναι η πέτρα που πέταξε ο Γιώργος Βέλος κι έκανε θρύψαλα το παρμπρίζ του πούλμαν του Ολυμπιακού έξω από τη θύρα 5 μπροστά στα μάτια του έκπληκτου αστυνομικού που το ρώτησε : «Τι έκανες εκεί ;» κι ο Βέλος του απάντησε : «Τι έκανα κυρ-αστυνόμε, ένα κουλούρι πέταξα !». Είναι η βλάβη του πούλμαν στο… πουθενά των ανηφοριών της Αμφιλοχίας ένα καταχείμωνο που έκανε 18 ηρωϊκούς Πανιώνιους να ψάχνουν βενζίνη μέσα στην άγρια νύχτα. Είναι το λάβαρο του Πανιωνίου που υπάρχει κρεμασμένο σ’ ένα σούπερ μάρκετ στη Νέα Επίδαυρο.
Είναι το γκολ που έβαλε ο Μήτσος Μαυρίκης στο 0-1 με τον Άρη και δεν μέτρησε γιατί ήταν τρύπια τα δίχτυα και ο διαιτητής έδειξε άουτ. Είναι όλα τα σπασμένα γυαλιά ηλίου του Χάρη Οικονομίδη – διετέλεσε πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλάθλων του Πανιωνίου στην οδό Βυζαντίου και νυν ιδιοκτήτης του Members Club - κάθε φορά που τρώγαμε γκολ. Είναι τα καρπούζια του Αβού που πετάξαμε στο πούλμαν του Άρη για υποδοχή πριν από ένα κρίσιμο ματς σωτηρία. Είναι τα γερά πόδια του Χρήστου Κουτρόπουλου και του Χάρη Σοφιανού και η σέντρα του οποίου έφτασε στον Λίμα και από εκεί στον Τάκη Παπαδημητρίου που χάρισε τη χρυσή νίκη 1-2 επί του Ολυμπιακού το ’81 στη Φιλαδέλφεια, αλλά ο έμπειρος σπορκάστερ Μανώλης Μαυρομάτης δεν ανέφερε το όνομά του στην περιγραφή σ’ ένα ματς που είδε όλη η Ελλάδα σε απευθείας μετάδοση, όμως η ιστορία δεν θα το καταπιεί. Είναι η κλοπή της πρόκρισης από τον ΠΑΟΚ στην Τούμπα με την παριχαρή λάισμαν. Είναι το κλάμα του Χρήστου Εμβολιάδη για την παλικαρίσια ισοπαλία που πήραμε από τον μεγάλο μας αντίπαλο. Είναι το υψωμένο μεσαίο δάκτυλο του Νίκου Αλέφαντου στον παντοδύναμο τότε Γ. Βαρδινογιάννη όταν ισοφάρισε ο Μητσάρας.
Για τον Πανιώνιο δεν θυμάμαι ποτέ να έκλαψα γιατί Πανιώνιος δεν είναι μόνο η ομάδα με τους 11 παίκτες που βλέπει κανείς να παίζουν για 90 λεπτά, δεν είναι μόνο η βαριά ιστορία που έχει πίσω του και θα τον ακολουθεί παντοτινά, δεν είναι μόνο τα όμορφα χρώματά του, το κόκκινο και μπλε, δεν είναι μόνο οι παίκτες και οι στιγμές που τριγυρίζουν στο μυαλό μας κάθε φορά που πηγαίνουμε να δούμε την ομάδα στο γήπεδο, δεν είναι η αδικίες σε βάρος της που όλοι έχουμε ζήσει, είναι όλα αυτά μαζί και περισσότερο η περηφάνια της διαφορετικότητας του να είσαι Πανιώνιος. Συμβολίζει πολλά αυτή η πεντασύλλαβη λέξη. Είναι κάτι περισσότερο από μια ποδοσφαιρική ομάδα. Είναι ένα αστέρι που όταν πέφτει γεμίζει ευχές την καρδιά μας. Είναι η απορία ζωγραφισμένη στα μάτια που έχουν οι αντίπαλοι μας, οι άνθρωποι του κατεστημένου, όταν μας ρωτούν τι ομάδα είμαστε και το στόμα που γεμίζει όταν απαντούμε : ΠΑΝΙΩΝΑΡΑ. Μόνο και πάντα».
Δεν υπάρχουν σχόλια